Σε πολλές περιπτώσεις κατά τη διάρκεια της οικονομικής ζωής νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων, δημιουργούνται εκτός από δανειακές υποχρεώσεις και δανειακές απαιτήσεις.
του Νικόλαου Παπαγιάννη (Οικονομολόγος-Φοροτεχνικός)
Στις περιπτώσεις αυτές, ο λογιστής για την ορθή τους αντιμετώπιση, πρέπει να λάβει υπόψη του διατάξεις φορολογίας εισοδήματος, χαρτοσήμου, εμπορικού Δικαίου, λογιστικής. Παρακάτω παρουσιάζονται οι συνηθέστερες περιπτώσεις τέτοιων απαιτήσεων και πως αυτές αντιμετωπίζονται με βάση τις φορολογικές και λογιστικές αρχές.
Σύμφωνα με τα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα, ως δάνεια και απαιτήσεις που δημιουργούνται από την οντότητα χαρακτηρίζονται τα μη παράγωγα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία με καθορισμένες ή προσδιορίσιμες ταμειακές ροές, χωρίς δημοσιευμένη τιμή σε ενεργή αγορά, τα οποία δημιουργούνται από την οντότητα όταν παραδίδει αγαθά, υπηρεσίες ή χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία σε τρίτους.

1. Δάνεια προς εργαζομένους, εταίρους και μετόχους

1.1 Παροχή σε είδος
Η χορήγηση δανείου κατόπιν έγγραφης συμφωνίας από νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα προς εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο αποτελεί παροχή σε είδος. Η ωφέλεια για τους λήπτες της παροχής αυτής (εργαζόμενους, εταίρους, μετόχους κ.λπ.) προσδιορίζεται ανά φορολογικό έτος, υπολογίζεται κατά το μήνα στον οποίον έγινε η παροχή και αποτιμάται ως η διαφορά μεταξύ των τόκων που υπολογίζονται με βάση το μέσο επιτόκιο αγοράς και των τόκων που τυχόν κατέβαλε ο εργαζόμενος βάσει της σχετικής έγγραφης συμφωνίας. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει έγγραφη συμφωνία ως παροχή σε είδος λαμβάνεται το σύνολο του αρχικού κεφαλαίου.
1.2 Μέσο επιτόκιο αγοράς
Για τον προσδιορισμό της ωφέλειας που προκύπτει από την παροχή σε είδος με την μορφή δανείου, ως μέσο επιτόκιο αγοράς λαμβάνεται το επιτόκιο των τραπεζικών δανείων σε ευρώ, προς ιδιώτες, με τη μεθοδολογία που ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδας ανά μήνα, ανά κατηγορία και ανά υποκατηγορία δανείου. Αναλυτικότερα, προκειμένου για συμβάσεις καταναλωτικών, στεγαστικών, ανοιχτών δανείων και υπεραναλήψεων από τρεχούμενους λογαριασμούς λαμβάνεται το επιτόκιο της αντίστοιχης κατηγορίας και υποκατηγορίας δανείου όπως ορίζεται από την Τράπεζα της Ελλάδας, για τον μήνα κατά τον οποίο ελήφθη η παροχή. Για συμβάσεις λοιπών δανείων, λαμβάνεται το επιτόκιο κατ΄ αναλογία των όσων ισχύουν για τα καταναλωτικά δάνεια. Αν σε κάποια από τις υποκατηγορίες δανείων δεν ορίζεται επιτόκιο για τον μήνα που ελήφθη η παροχή, λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος των επιτοκίων της αντίστοιχης κατηγορίας δανείου για τον ίδιο μήνα.
Σε περίπτωση προκαταβολής μισθού άνω των τριών μηνών, ως επιτόκιο λαμβάνεται το χαμηλότερο από τα επιτόκια κάθε κατηγορίας δανείου από αυτές που περιγράφονται παραπάνω, όπως ισχύουν κατά το μήνα χορήγησης της προκαταβολής. Σε περίπτωση που στη σύμβαση δανείου δεν αναγράφεται συγκεκριμένος σκοπός, ως επιτόκιο λαμβάνεται το επιτόκιο που ορίζει η Τράπεζα της Ελλάδας για τις υπεραναλήψεις από τρεχούμενους λογαριασμούς για τον μήνα κατά τον οποίο ελήφθη η παροχή.
Τα παραπάνω έχουν εφαρμογή για εισοδήματα που αποκτώνται από 1/1/2014 και μετά.
1.3 Παρακράτηση φόρου παροχών σε είδος
Με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 12 του N.4172/2013 ορίζεται ότι το ακαθάριστο εισόδημα από μισθωτή εργασία περιλαμβάνει τα πάσης φύσεως εισοδήματα σε χρήμα ή σε είδος που αποκτώνται στο πλαίσιο υφιστάμενης, παρελθούσας ή μελλοντικής εργασιακής σχέσης.
Κάθε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα που δίνει παροχές σε είδος στους εργαζομένους ή υπαλλήλους τους υποχρεούται να παρακρατά φόρο σύμφωνα με το σύστημα φορολόγησης στην πηγή και να τον αποδίδει στο κράτος. Εάν δεν διενεργείται παρακράτηση, ο υπόχρεος οφείλει να καταβάλλει το φόρο που δεν παρακρατήθηκε, καθώς και τυχόν πρόστιμα και ποινές που προβλέπονται.
Όσον αφορά στις παροχές σε είδος του άρθρου 13 του N.4172/2013 , λόγω του ότι η αποτίμησή τους είναι δυσχερής έως και αδύνατη κατά τη στιγμή της χορήγησής τους, με την ΠΟΛ.1072/2015 έγινε δεκτό ότι δεν διενεργείται παρακράτηση φόρου επί των παροχών αυτών αλλά ο οφειλόμενος φόρος υπολογίζεται κατά την εκκαθάριση της δήλωσης, δεδομένου ότι η αξία τους (εφόσον αυτές φορολογούνται) προσαυξάνει το εισόδημα από μισθωτή εργασία των δικαιούχων.
Σε περιπτώσεις που έχει ήδη διενεργηθεί παρακράτηση φόρου επί των παροχών αυτών, ο φόρος αυτός θα συμψηφισθεί κατά την εκκαθάριση.
1.4 Τέλη χαρτοσήμου προκαταβολής μισθών εργαζομένων
Η προκαταβολή μισθού άνω των τριών (3) μηνών, ήτοι ποσά που υπερβαίνουν το ποσό των τριών μισθών, θεωρούνται δάνειο από την επιχείρηση προς τους εργαζόμενους. Σε κάθε περίπτωση προκαταβολής μισθού αυτή λογίζεται ως δάνειο και εξ αντιδιαστολής μόνο προκύπτει ότι προκαταβολές μισθών έως τρεις μήνες δεν θεωρούνται δάνεια.
Επομένως, για τις προκαταβολές μισθών έως τρεις μήνες δεν υπολογίζεται πρόσθετη παροχή σε είδος για σκοπούς φορολογίας εισοδήματος. Ωστόσο η φύση της συναλλαγής ως δανείου δεν μεταβάλλεται, αφού η παρ.3 του άρθρου 13 του Ν.4172/2013 θεσπίζει τεκμήριο για τον υπολογισμό της παροχής σε είδος χωρίς να επιδρά το τεκμήριο αυτό στη φορολογία χαρτοσήμου.
Στην περίπτωση προκαταβολών μισθών, που εξοφλούνται μέσω μηνιαίων κρατήσεων από τις αποδοχές των υπαλλήλων, υφίσταται δανειακή σχέση και υπόκειται σε τέλη χαρτοσήμου 3% ή 2% πλέον εισφοράς υπέρ ΟΓΑ 20% επί του χαρτοσήμου σύμφωνα με τις περιπτώσεις α΄ των παρ.1 των άρθρων 13 και 15 του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου.
Επισημαίνεται ότι πρέπει να υπάρξει ιδιαίτερη προσοχή των ποσών αυτών που χορηγούνται σε εργαζομένους, καθώς αντιμετωπίζονται διαφορετικά από τη Φορολογία Εισοδήματος και τη Φορολογία τελών χαρτοσήμου, όπως φαίνεται στον παρακάτω πίνακα:

1.5 Λογιστικός χειρισμός

Α. Προκαταβολή σε εργαζόμενο
Στην περίπτωση που δίνεται ποσό από επιχείρηση σε εργαζόμενο ως προκαταβολή μισθού και το οποίο συμφωνείται εξαρχής να συμψηφιστεί εφάπαξ και μέσα στον ίδιο μήνα με τον μισθό, κατά την ημερομηνία καταβολής του ποσού στον εργαζόμενο χρεώνεται ο λογ. 33.00 «Προκαταβολές Προσωπικού» με αντίστοιχη πίστωση λογ. χρηματικών διαθεσίμων.
Εάν μεταγενέστερα και κατόπιν συνεννόησης του εργαζόμενου με τον εργοδότη, αποφασιστεί η αποπληρωμή του συγκεκριμένου ποσού να γίνει σε περισσότερους μήνες, πιστώνονται ο λογ. 33.00 «Προκαταβολές Προσωπικού» με το ποσό που είχε χρεωθεί, ο λογ. 54.09.10 «Χαρτόσημο και ΟΓΑ δανείων» με το ποσό που αναλογεί στο χαρτόσημο και χρεώνεται ο λογ. 33.02 «Δάνεια προσωπικού».
Κατά τον μηνιαίο συμψηφισμό του δανείου με τον μισθό του εργαζομένου, η λογιστική εγγραφή της μισθοδοσίας του θα διενεργείται όπως παρακάτω.
Παράδειγμα
Πληρωτέες αποδοχές 1.000 ευρώ, δάνειο 4.000 ευρώ, αποπληρωμή κεφαλαίου σε 10 μηνιαίες δόσεις (400 ευρώ/μήνα), μηνιαίος τόκος 25 ευρώ.
Σημείωση: Η λογιστική εγγραφή μισθοδοσίας πραγματοποιείται κατά τα γνωστά (π.χ. χρέωση 60.00 και 60.03, πίστωση 54.03, 55 και 53.00)
Στη συνέχεια, ακολουθεί δεύτερη εγγραφή για την τακτοποίηση του δανείου που χορηγήθηκε στον εργαζόμενο ως εξής:
  • Χρέωση 53.00 πληρωτέες αποδοχές 1.000 ευρώ (υπόλοιπο αποδοχών)
  • Πίστωση 33.02 δάνειο εργαζομένου 400 ευρώ (αποπληρωμή κεφαλαίου)
  • Πίστωση 76.03 Λοιποί πιστωτικοί τόκοι 25 ευρώ
  • Πίστωση 38 Χρηματικά διαθέσιμα 575 ευρώ (μισθός μείον μηνιαία δόση κεφαλαίου μείον μηνιαίος τόκος)
Β. Δάνειο σε εργαζόμενο
Στην περίπτωση που δίνεται ποσό από επιχείρηση σε εργαζόμενο, το οποίο χαρακτηρίζεται εξαρχής ως δάνειο, χρεώνεται ο λογ. 33.02 «Δάνεια προσωπικού» σε πίστωση του λογ. 54.09.10 «Χαρτόσημο και ΟΓΑ δανείων» με το ποσό που αναλογεί στο χαρτόσημο και του λογαριασμού χρηματικών διαθεσίμων.
Κατά την τακτοποίηση του δανείου με τη μισθοδοσία του εργαζομένου, διενεργείται η ίδια εγγραφή όπως παραπάνω.
Σημείωση: Η λογιστική εγγραφή τακτοποίησης του δανείου μπορεί να γίνει και μαζί με την εγγραφή μισθοδοσίας.
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από άρθρο του κ. Νικόλαου Παπαγιάννη, με τίτλο «Φορολογική και λογιστική αντιμετώπιση χορηγήσεων δανείων από εταιρεία» που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Νοεμβρίου 2017 του περιοδικού Epsilon7.
πηγή:www,e-forologia,gr