Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2015

ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΑΠΟ ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ Πιο αυστηρά κριτήρια για υπαγωγή στον «νόμο Κατσέλη»

ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΑΠΟ ΕΚΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ

Πιο αυστηρά κριτήρια για υπαγωγή στον «νόμο Κατσέλη»

Πιο αυστηρά κριτήρια για υπαγωγή στον «νόμο Κατσέλη»

Του Χρήστου Κολώνα
Οι νέες ρυθμίσεις που ψηφίστηκαν προβλέπουν ότι από την 1η Ιανουαρίου του 2016 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2018 οι οφειλέτες που έχουν πάρει το «πράσινο φως» από το Ειρηνοδικείο για την υπαγωγή τους στις διατάξεις του νόμου και τους έχει ζητηθεί η εκποίηση της περιουσίας τους μπορούν να υποβάλουν πρόταση εκκαθάρισης και σχέδιο διευθέτησης οφειλών ζητώντας να εξαιρεθεί από την εκποίηση βεβαρημένο ή μη με εμπράγματη ασφάλεια ακίνητο, εφόσον στο πρόσωπο του οφειλέτη, πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
Το συγκεκριμένο ακίνητο χρησιμεύει ως κύρια κατοικία του.
Το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα δεν υπερβαίνει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, προσαυξημένες κατά 70%. Δηλαδή με τα σημερινά δεδομένα για ένα άτομο είναι μέχρι 1.159,4 ευρώ, για ένα ζευγάρι 1.972 ευρώ, για ένα ζευγάρι με ένα παιδί 2.448 ευρώ, για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά μέχρι 2.924 ευρώ και για ένα ζευγάρι με τρία παιδιά 3.400 ευρώ.
Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κατά το χρόνο συζήτηση της αίτησης δεν υπερβαίνει τις 180.000 ευρώ για τον άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο, δηλαδή 220.000 ευρώ, και κατά 20.000 ευρώ για κάθε παιδί και μέχρι τρία παιδιά. Δηλαδή για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά η αντικειμενική αξία είναι μέχρι 260.000 ευρώ και με τρία παιδιά μέχρι 280.000 ευρώ.
Οσον αφορά δανειακές οφειλές, ο οφειλέτης είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης όπου αυτός εφαρμόζεται.
Ο νόμος για τους οφειλέτες που πληρούν τις προαναφερόμενες προϋποθέσεις, ορίζει και τον τρόπο έκδοσης της απόφασης για τη ρύθμιση των οφειλών. Αυτός βασίζεται στην τρέχουσα εμπορική αξία του ακινήτου. Για την ακρίβεια η διάταξη αναφέρει: «Το σχέδιο διευθέτησης οφειλών θα προβλέπει ότι ο οφειλέτης θα καταβάλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και ότι καταβάλλει ποσό τέτοιο ώστε οι πιστωτές του δεν θα βρεθούν, χωρίς τη συναίνεση τους, σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης». Η εκτίμηση του ποσού που αντιστοιχεί στην τιμή του ακινήτου, λέει το νομοσχέδιο, αντιστοιχεί σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης, γίνεται από ειδικό εμπειρογνώμονα, ο οποίος επιλέγεται από το αρμόδιο δικαστήριο. Η μέγιστη δυνατότητα αποπληρωμής του οφειλέτη προσδιορίζεται από τα εισοδήματα και τις δαπάνες διαβίωσης που πρέπει να δηλώσει ο δανειολήπτης στο Ειρηνοδικείο όταν θέλει να προσφύγει στις διατάξεις του νόμου Κατσέλη.
Οικονομικά ευάλωτοι οφειλέτες
Ο νέος νόμος έχει ειδική πρόνοια για τους οικονομικά ευάλωτους οφειλέτες. Πιο συγκεκριμένα για την κατηγορία αυτή τους παρέχει τη δυνατότητα να ζητήσουν από το ελληνικό δημόσιο τη μερική κάλυψη του ποσού της μηνιαίας καταβολής, το οποίο ορίζει το δικαστήριο, στην περίπτωση που τα εισοδήματά τους δεν αρκούν.
Πιο συγκεκριμένα, η διάταξη περιγράφει ποιοι είναι αυτοί οφειλέτες (όροι και προϋποθέσεις): «Ο οφειλέτης ενυπόθηκου στεγαστικού δανείου στο πρόσωπο του οποίου πληρούνται σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις:
Το μηνιαίο διαθέσιμο οικογενειακό του εισόδημα υπολείπεται ή είναι ίσο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης. Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα το μηνιαίο εισόδημα αυτό είναι για έναν άγαμο μέχρι 682 ευρώ, για ένα ζευγάρι μέχρι 1.160 ευρώ, για ένα ζευγάρι με ένα παιδί έως 1.440 ευρώ, για ένα ζευγάρι με δύο παιδιά έως 1.720 ευρώ και για ένα ζευγάρι με τρία παιδιά έως 2.000 ευρώ, το μήνα.
Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του να μην υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ για έναν άγαμο οφειλέτη, προσαυξημένη κατά 40.000 ευρώ για τον έγγαμο (δηλαδή 160.000 ευρώ) και κατά 20.000 ευρώ ανά παιδί μέχρι τρία παιδιά. Δηλαδή ένα ζευγάρι με δύο παιδιά θα πρέπει να έχει σπίτι με αντικειμενική αξία έως 200.000 ευρώ και αν έχει τρία παιδιά μέχρι 220.000 ευρώ.
Ο οφειλέτης βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία πληρωμής των μηνιαίων καταβολών, όπως αυτές ορίζονται από το σχέδιο ρύθμισης.
Είναι συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, όπου αυτός εφαρμόζεται.
Όπως προαναφέρθηκε οι συγκεκριμένοι οφειλέτες μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης του δικαστηρίου μπορούν να υποβάλουν αίτηση στο ελληνικό δημόσιο για τη μερική κάλυψη του ποσού της μηνιαίας καταβολής του σχεδίου διευθέτησης οφειλών.
Οι οφειλέτες που θέλουν τη βοήθεια του Δημοσίου για να συμπληρώσουν τη δόση τους θα πρέπει να βάζουν ως ελάχιστη καταβολή ίση με το 5%, εφόσον έχουν εισόδημα μέχρι 8.000 ευρώ και 10% επί του υπερβάλλοντος ποσού για εκείνους με εισόδημα άνω των 8.000 ευρώ Έτσι, για παράδειγμα κάποιος που έχει εισόδημα 8.000 ευρώ θα πρέπει να πληρώνει ετησίως στις τράπεζες 400 ευρώ ή 33,3 ευρώ το μήνα. Αν κάποιος έχει 12.000 ευρώ εισόδημα θα πρέπει να πληρώνει μηνιαία δόση 66,6 ευρώ.
Οι οφειλέτες αυτής της κατηγορίας για να ενισχυθούν από το Δημόσιο θα πρέπει να υποβάλλουν αίτηση στην ιστοσελίδα της γενικής γραμματείας Εμπορίου και Προστασία του Καταναλωτή. Η πρόσβαση στην ηλεκτρονική αίτηση γίνεται με τη χρήση των κωδικών του δικαιούχου στο σύστημα TAXISnet του υπουργείου Οικονομικών.
Η συμμετοχή του Δημοσίου περιορίζεται στις οφειλές που προκύπτουν από στεγαστικό δάνειο πρώτης κατοικίας. Συνίσταται δε στην καταβολή του τμήματος του ποσού που προκύπτει μετά την ελάχιστη συνεισφορά του οφειλέτη.
Η καταβολή της συμμετοχής εκτελείται μετά την πληρωμή εκ μέρους του οφειλέτη, ορίζεται μηνιαία και πραγματοποιείται απευθείας προς τους πιστωτές, με πίστωση του σχετικού τραπεζικού λογαριασμού/κωδικού δανείου.
Με την έκδοση της εγκριτικής απόφασης, ο οφειλέτης απαλλάσσεται κατά το ισόποσο της συμμετοχής του Δημοσίου έναντι του πιστωτή. Η διάρκεια της συμμετοχής του Δημοσίου ορίζεται σε τρία έτη. Η συμμετοχή του Δημοσίου διακόπτεται σε περίπτωση μη καταβολής εκ μέρους του οφειλέτη της ελάχιστης συνεισφοράς.
Για τη διακοπή της συμμετοχής απαιτείται το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικώς την αξία τριών μηνιαίων ελάχιστων συνεισφορών. Η διακοπή γνωστοποιείται στον οφειλέτη μέσω αυτοματοποιημένων γραπτών μηνυμάτων που θα εμφανίζονται στην ηλεκτρονική του αίτηση.
Σε περίπτωση διακοπής, ο οφειλέτης δικαιούται να υποβάλει αίτημα επανεξέτασης, κατ’ αναλογική εφαρμογή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: